Μελέτες πάνω στη αγάπη (Μέρος II)
Στο πρώτο μέρος αυτής της μελέτης (Μελέτες πάνω στην αγάπη - Μέρος Ι) είδαμε ότι η αγάπη είναι προϊόν του περπατήματος με την νέα φύση δηλαδή της τοποθέτησης στο μυαλό και της αξιοποίησης όλων των πραγμάτων που ο Λόγος του Θεού λέει ότι είμαστε και μπορούμε να κάνουμε. Σ’ εκείνο το τεύχος εξετάσαμε επίσης μερικά από εκείνα τα οποία η προς Κορινθίους Α 13/ιγ/ λέει σχετικά με την αγάπη. Σήμερα θα συνεχίσουμε πάνω στο ίδιο αντικείμενο, εξετάζοντας μερικά ακόμη αποσπάσματα από τον Λόγο του Θεού τα οποία θα μας βοηθήσουν να εκτιμήσουμε καλύτερα την σημαντικότητα της αγάπης.
1. Αγάπη: η νέα εντολή
Συνεχίζοντας την έρευνα μας πάνω στην αγάπη, θα πάμε στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο. Αυτά που θα διαβάσουμε εκεί συνέβησαν την νύχτα της σύλληψης του Ιησού Χριστού. Κατά την διάρκεια αυτής της νύχτας ο Ιησούς έδωσε πολλές οδηγίες στους μαθητές του, και ένα μεγάλο μέρος του κατά Ιωάννη ευαγγελίου είναι ακριβώς αφιερωμένο σ’ αυτήν (κατά Ιωάννη 13/ιγ-17/ιζ). Ανάμεσα σε εκείνα που ο Ιησούς είπε στους μαθητές εκείνη την νύχτα, ήταν επίσης και κάτι το οποίο χαρακτήρισε σαν νέα εντολή. Το κατά Ιωάννη 13/ιγ/34 μας λέει:
Κατά Ιωάννη 13/ιγ/34
"Εντολήν καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους. Καθώς και γω σας αγάπησα και σεις να αγαπάτε αλλήλους."
Η νέα εντολή την οποία έδωσε ο Ιησούς είναι να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Το πόσο σημαντική θεωρούσε ο Ιησούς αυτήν την νέα εντολή δείχνεται από το γεγονός ότι την επανέλαβε δυο ακόμη φορές εκείνη την νύχτα. Το κατά Ιωάννη 15/ιε/12-17 μας λέει σχετικά:
Κατά Ιωάννη 15/ιε/12-17
"Αυτή είναι η εντολή μου, να αγαπάτε αλλήλους, καθώς σας ηγάπησα. Μεγαλυτέραν ταύτης αγάπης δεν έχει ουδείς, του να βάλει τις την ψυχήν αυτού υπέρ των φίλων αυτού. Σεις είσθε φίλοι μου, εάν κάμνητε όσα εγώ σας παραγγέλλω. Δεν σας λέγω πλέον δούλους, διότι ο δούλος δεν εξεύρει τι κάμνει ο κύριος αυτού. Εσάς δε είπον φίλους, διότι πάντα όσα ήκουσα παρά του Πατρός μου, εφανέρωσα εις εσάς. Σεις δεν εξελέξατε εμέ, αλλ’ εγώ εξέλεξα εσάς, και σας διέταξα, διά να υπάγητε σεις και να κάμητε καρπόν, και ο καρπός σας να μένη. Ώστε, ότι αν ζητήσητε παρά του Πατρός εν τω ονόματι μου, να σας δώσει αυτό. Ταύτα σας παραγγέλλω, να αγαπάτε αλλήλους."
Ο Ιησούς Χριστός μας διέταξε να αγαπάμε ο ένας τον άλλον τόσο πολύ όσο αυτός μας αγάπησε. Αλλά αλήθεια, πόσο πολύ μας αγάπησε ο Χριστός; Η προς Εφεσίους 5/ε/2 μας λέει σχετικά:
Προς Εφεσίους 5/ε/2
"περιπατείτε εν αγάπη, καθώς και ο Χριστός ηγάπησεν ημάς, και [σαν αποτέλεσμα της αγάπης του] παρέδωκεν εαυτόν υπέρ υμών προσφοράν και θυσίαν εις τον Θεόν, εις οσμήν ευωδίας."
Ο Ιησούς Χριστός μας αγάπησε τόσο πολύ ώστε παρέδωσε τον εαυτό του για το χατίρι μας. Με μια τόσο λοιπόν μεγάλη αγάπη μας προστάζει να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. "Αγαπάτε αλλήλους, ΚΑΘΩΣ σας ηγάπησα" είπε. Χαρακτήρισε την αγάπη του ενός προς τον άλλον σαν εντολή, σαν διαταγή, σαν κάτι που έχουμε να κάνουμε. Όπως η Πέτρου Α 1/α/22 επίσης επαναλαμβάνει:
Πέτρου Α 1/α/22
"Καθαρίσαντες λοιπόν τας ψυχάς σας με την υπακοήν της αλήθειας διά του πνεύματος, προς φιλαδελφίαν ανυπόκριτον, αγαπησατε ενθερμως αλληλους εκ καθαράς καρδιας"
Πέτρου Α 4/δ/8
"Προ παντων δε εχετε ενθερμον την εις αλληλους αγαπην."
Πάνω από όλα πρέπει να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Και μάλιστα να τον αγαπάμε με θέρμη. Με την ίδια θέρμη που ο Ιησούς μας αγάπησε.
2. Αγάπη: εκπλήρωση του νόμου
Στο κατά Ιωάννη 13/ιγ/34 είδαμε ότι ο Ιησούς χαρακτήρισε την αγάπη του ενός προς τον άλλον σαν μια νέα ("καινή") εντολή. Αυτό μπορεί να έχει κάνει κάποιους να αναρωτιούνται γιατί την χαρακτήρισε σαν νέα, ειδικά αφού μπορεί να βρεθεί στον νόμο του Μωυσή. Όντως το Λευιτικό 19/ιθ/18 μας λέει:
Λευιτικό 19:18
"θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν"
Μιλώντας κυριολεκτικά λοιπόν, η εντολή που ο Ιησούς έδωσε δεν ήταν νέα εντολή. Γιατί λοιπόν την χαρακτήρισε σαν τέτοια; Ο λόγος είναι ότι αν και η αγάπη του ενός προς τον άλλον ήταν μια εντολή του νόμου, μέχρι τότε δεν ήταν δυνατόν να τηρηθεί. Πράγματι η αγάπη όντας προϊόν της νέας φύσης, απαιτεί την νέα φύση για να παραχθεί και μέχρι εκείνη την ημέρα η νέα φύση δεν ήταν διαθέσιμη. Έτσι οι άνθρωποι στους οποίους αναφέρονταν ο νόμος, αν και είχανε την εντολή να αγαπάνε ο ένας τον άλλον δεν μπορούσαν στην πραγματικότητα να την τηρήσουν. Εντούτοις, από την ημέρα της Πεντηκοστής και έπειτα οι άνθρωποι, ομολογώντας με το στόμα τους τον Κύριο Ιησού και πιστεύοντας με την καρδιά τους ότι ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς, λαμβάνουν την νέα φύση και επομένως μπορούν και να αγαπήσουν. Γι’ αυτό και ο Ιησούς αποκάλεσε την αγάπη του ενός προς τον άλλο σαν νέα εντολή. Δεν ήταν νέα επειδή την είπε για πρώτη φορά, αλλά επειδή σύντομα (από την ημέρα της Πεντηκοστής και έπειτα) θα γίνονταν δυνατό να τηρηθεί.
Στην πραγματικότητα, η εντολή της προς αλλήλους αγάπης δεν ήταν η μόνη εντολή του νόμου η οποία ήταν αδύνατο να τηρηθεί. Η προς Ρωμαίους 8/η/3 χαρακτηρίζει όλον τον νόμο σαν "ανίσχυρο διά της σαρκός [παλιά φύση]". Το πρόβλημα με τον νόμο δεν ήταν ότι ήταν κακός. Σε αντίθεση όπως η προς Ρωμαίους 7/ζ//12 μας λέει αυτός ήταν άγιος, δίκαιος και αγαθός. Αυτό που ήταν το πρόβλημα ήταν ότι δεν υπήρχε τρόπος να τηρηθεί και αυτό γιατί η νέα φύση δεν ήταν ακόμη διαθέσιμη. Όπως η προς Ρωμαίους 7/ζ/14 λέει: "ο νόμος είναι πνευματικός" αλλά τα υποκείμενα του ήταν "σαρκικά, πεπωλημένα υπό την αμαρτίαν". Έτσι κανείς δεν μπορούσε να εκπληρώσει τον νόμο. Εντούτοις, από την ημέρα που η νέα φύση έγινε διαθέσιμη, όλος ο νόμος εκπληρώνεται αυτόματα όταν κάποιος αγαπά. Η προς Ρωμαίους 13/ιγ/8-10 μας λέει σχετικά:
Προς Ρωμαίους 13/ιγ/8-10
"Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν, ειμή το να αγαπάτε αλλήλους. Διότι ο αγαπών τον άλλον, εκπληροί τον νόμον. Επειδή το, "Μη μοιχεύσεις, Μη φονεύσεις, Μη κλέψεις, Μη ψευδομαρτυρήσεις, Μη επιθυμήσεις," και πάσα άλλη εντολή, εν τούτω τω λόγω συμπεριλαμβάνεται, εν τω, "Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν." Η αγάπη κακόν δεν κάμνει εις τον πλησίον· είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη"
Επίσης: Προς Γαλάτας 5/ε/13-14
"Διότι σεις αδελφοί, προσεκλήθητε εις ελευθερίαν· μόνον μη μεταχειρίζεστε την ελευθερίαν εις αφορμήν της σαρκός, αλλά διά της αγάπης δουλεύετε αλλήλους. Διότι όλος ο νόμος εις ένα λόγο πεπληρώται, εν τω , "Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν"
(Βάμβας - αρχαίο κείμενο)
Ο Ιησούς Χριστός με την θυσία του τέλειωσε την οικονομία του νόμου, ανοίγοντας την ίδια στιγμή μια νέα οικονομία, την οικονομία της χάρης[1]. Εντούτοις, πολλά από τα πράγματα που ο νόμος έλεγε συνεχίζουν να είναι σε ισχύ και στην παρούσα οικονομία επίσης. Για παράδειγμα, οι εντολές να μην κλέψεις, να μην μοιχεύσεις, να μην φονεύσεις, να μην πεις ψέματα είναι όλες σε ισχύ στην δική μας οικονομία επίσης[2]. Σύμφωνα τώρα με το παραπάνω απόσπασμα για να εκπληρώσουμε κάθε εντολή του νόμου που μπορεί επίσης να είναι εντολή και της δικής μας οικονομίας επίσης, αυτό που πρέπει να κάνουμε δεν είναι τίποτα άλλο από το να ΑΓΑΠΑΜΕ. Όπως το απόσπασμα λέει: η προς αλλήλους αγάπη εκπληρώνει τον νόμο και όλες οι εντολές συμπεριλαμβάνονται σε μια μόνο εντολή: στο να αγαπάμε αλλήλους σαν τους εαυτούς μας. Δεν ξεκινάμε λοιπόν επικεντρώνοντας το μυαλό μας σε μια λίστα από πρέπει και μη όπως "δεν πρέπει να κλέψω, δεν πρέπει να φονεύσω, δεν πρέπει να μοιχεύσω, δεν πρέπει να πω ψέματα" αλλά περπατάμε με αγάπη και τίποτα απ’ αυτά δεν πρόκειται να συμβεί. Γιατί, όταν περπατάμε με αγάπη δεν πρόκειται ούτε να πούμε ψέματα, ούτε να κλέψουμε ούτε να κάνουμε κάτι άλλο αρνητικό. Δεν ξεκινάμε κοιτώντας στο αρνητικό (δεν πρέπει να...) αλλά περπατάμε με αγάπη και το αρνητικό εξαλείφεται. Όπως η προς Γαλάτας 5/ε/16 λέει: "περιπατείτε κατά το πνεύμα [νέα φύση] ΚΑΙ [σαν αποτέλεσμα] δεν θέλετε εκπληροί την επιθυμίαν της σαρκός [παλαιά φύση]". Όταν περπατάμε με αγάπη, περπατάμε με το πνεύμα με την νέα φύση, και σαν αποτέλεσμα δεν πρόκειται να εκπληρώσουμε την επιθυμία της παλιάς φύσης δηλαδή δεν πρόκειται να κλέψουμε, να πούμε ψέματα, να σκοτώσουμε, να μοιχεύσουμε ή να κάνουμε οτιδήποτε άλλο είναι προϊόν αυτής της φύσης.
3. Αγάπη: αναγκαία για να γνωρίσουμε τον Θεό.
Ένα ακόμη απόσπασμα που δείχνει την σημαντικότητα και την αναγκαιότητα της αγάπης είναι στην Ιωάννου Α 4/δ/7-8. Εκεί διαβάζουμε:
Ιωάννου Α 4/δ/7-8
"Αγαπητοί, ας αγαπώμεν αλλήλους. Διότι η αγάπη είναι εκ του Θεού· και πας όστις αγαπά, εκ του Θεού εγεννήθη και γνωρίζει τον Θεόν. Όστις δεν αγαπά, δεν εγνώρισε τον Θεόν. Διότι ο Θεός είναι αγάπη."
Όπως το απόσπασμα λέει "όστις δεν αγαπά, δεν εγνώρισε τον Θεόν". Ο Θεός μας έδωσε την Αγία Γραφή για να τον γνωρίσουμε. Εντούτοις, όπως το παραπάνω απόσπασμα κάνει καθαρό αυτό δεν μπορεί να γίνει με απλή εγκεφαλική γνώση μόνο αλλά απαιτεί ταυτόχρονα και αγάπη. Ακόμα και αν κάποιος έχει πλήρη εγκεφαλική γνώση της Γραφής, δεν θα γνωρίσει τον Θεό αν αυτή η γνώση δεν συνοδεύεται από αγάπη. Όπως η προς Κορινθίους Α 13/ιγ/1-3 μας λέει:
Προς Κορινθίους Α 13/ιγ/1-3
"Εάν λαλώ τας γλώσσας των ανθρώπων και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, έγεινα χαλκός ηχών, ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν, και εξεύρω πάντα τα μυστήρια και πάσα την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε να μετατοπίζω όρη, αγάπην δε μη έχω είμαι ουδεν. Και εάν πάντα τα υπάρχοντα μου διανείμω, και αν παραδώσω το σώμα μου διά να καυθώ, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι."
Αυτό το απόσπασμα δεν λέει ότι η προφητεία, η γλωσσολαλιά, η μεγάλη πίστη κτλ είναι κακά ή ότι η γλωσσολαλιά και οι άλλες φανερώσεις του αγίου πνεύματος (δες προς Κορινθίους Α 12/ιβ/8-10) δεν υπάρχουν σήμερα ή ότι δεν πρέπει να γίνονται. Αυτό που το απόσπασμα αυτό λέει είναι ότι άμα κάνω όλα αυτά χωρίς αγάπη είμαι ένα τίποτα, δεν ωφελεί σε τίποτα. Ακόμα και αν έχω ορθοτομήσει όλη την Βίβλο, και είμαι ένα τέρας γνώσης, ένα "ταμείο", αν δεν αγαπώ είμαι ένα τίποτα. Ακόμα και αν έχω ξοδέψει όλα μου τα χρήματα και τον χρόνο για τον Θεό, αν δεν αγαπώ είμαι ένα τίποτα. Ακόμα και αν έχω δώσει το σώμα μου για να καεί, δηλαδή ακόμα και αν είμαι τόσο αφοσιωμένος στον Θεό, αν δεν αγαπώ είμαι ένα τίποτα. Γιατί αν δεν αγαπώ, έχω ακόμα άγνοια του Θεού, που είναι αγάπη. Άνθρωποι που γνωρίζουν λιγότερα και αγαπούν περισσότερο από μένα, γνωρίζουν τον Θεό καλύτερα. Όπως η προς Κορινθίους Α 8/η/1-3 λέει:
Προς Κορινθίους Α 8/η/1-3
"Περί δε των ειδωλόθυτων, εξεύρομεν, ότι πάντες έχομεν γνώσιν. Η γνώσις όμως φυσιοί [φουσκώνει], η δε αγάπη οικοδομεί. Και εάν τις νομίζει ότι εξεύρει τι, δεν έμαθεν έτι ουδέν καθώς πρέπει να μάθει· αλλ’ εάν τις αγαπά τον Θεόν, ούτος γνωρίζεται υπ’ αυτού."
Η γνώση δεν είναι κακή. Όταν όμως δεν συνοδεύετε από αγάπη, το αποτέλεσμα είναι φούσκωμα, περηφάνια. Μάλιστα το ίδιο απόσπασμα σε συνδυασμό με την Ιωάννου Α 4/δ/20-21 μας κάνει ξεκάθαρο ότι το σχόλιο ισχύει επίσης και προς την αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή αν δεν αγαπάμε τότε όχι μόνο δεν γνωρίζουμε τον Θεό αλλά και δεν γνωριζόμαστε από Αυτόν:
Προς Κορινθίους 8/η/3
"εάν τις αγαπά τον Θεόν, ούτος γνωρίζεται υπ’ αυτού."
Ιωάννου Α 4/δ/20-21
"Εάν τις ειπή, Ότι αγαπώ τον Θεόν, και μισεί τον αδελφόν αυτού, ψεύστης είναι. Διότι όστις δεν αγαπά τον αδελφόν αυτού τον οποίον είδε, τον Θεόν, τον οποίον δεν είδε, πως δύναται να αγαπά; Και ταύτην την εντολήν έχομεν απ’ αυτού, Όστις αγαπά τον Θεόν, να αγαπά και τον αδελφόν αυτού."
Δεν μπορούμε να πούμε ότι αγαπάμε τον Θεό αν δεν αγαπάμε ο ένας τον άλλον πρώτα. Με άλλα λόγια, η μεταξύ μας αγάπη είναι προαπαιτούμενο για την αγάπη προς τον Θεό. Αφού τώρα η αγάπη προς τον Θεό είναι προαπαιτούμενο για να γνωρίζεται κανείς από Αυτόν και αφού αυτή με την σειρά της προαπαιτεί την προς αλλήλους αγάπη μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι η προς αλλήλους αγάπη είναι προαπαιτούμενο για να γνωρίζεται κανείς από τον Θεό.. Τι χρειάζεται επομένως για να γνωρίσει και να γνωρίζεται κάποιος από τον Θεό; Η απάντηση είναι ΑΓΑΠΗ.
4. Αγάπη: όχι με λόγια
Είδαμε προηγουμένως ότι ο Ιησούς Χριστός μας αγάπησε και το έδειξε, δίνοντας τον εαυτό του για μας. Απ’ αυτό είναι προφανές ότι η αγάπη εμπλέκει δράση, δόσιμο. Μπορεί να δώσουμε τον Λόγο, να δώσουμε κουράγιο, μέρος του χρόνου μας, χρήμα κτλ. αλλά το θέμα είναι ότι η πραγματική αγάπη είναι πάντα έτοιμη να δώσει και να υποστηρίξει όταν αυτό χρειάζεται. Η Ιωάννου Α 3/γ/16-17 μας λέει:
Ιωάννου Α 3/γ/16-17
"Εκ τούτου γνωρίζομεν την αγάπην, ότι εκείνος υπέρ υμών την ψυχήν αυτού έβαλε. Και ημείς χρεωστούμεν υπέρ των αδελφών να βάλλωμεν τας ψυχάς ημών. Όστις όμως έχει τον βίον του κόσμου, και θεωρεί τον αδελφόν αυτού ότι έχει χρείαν, και κλείση τα σπλάχνα αυτού απ’ αυτού, πως η αγάπη του Θεού μένει εν αυτώ;"
Ο Ιησούς έδειξε την αγάπη του προς εμάς ΔΙΝΟΝΤΑΣ την ζωή του για μας. Απ’ αυτό γνωρίζουμε ότι μας αγαπά. Αλλά αλήθεια για ποια αγάπη μιλάμε αν δούμε ένα άλλο μέρος του σώματος, ένα αδερφό ή αδερφή μας εν Χριστώ, να είναι σε ανάγκη και είμαστε αδιάφοροι όταν γνωρίζουμε ότι μπορούμε να βοηθήσουμε; Όπως είναι προφανές αυτό δεν συνιστά αγάπη. Η αγάπη δεν είναι μια θεωρητική έννοια αλλά κάτι το οποίο πρέπει να φανερώνεται με πράξεις. Όπως η Ιωάννου Α 3/γ/18 μας λέει:
Ιωάννου Α 3/γ/18
"Τεκνία μου, μη αγαπώμεν με λόγον, μηδέ με γλώσσαν, αλλά με έργον και αλήθειαν"
Η αγάπη μας δεν πρέπει να είναι στα λόγια, αλλά με έργα και αλήθεια. Δεν πρέπει να είναι στην θεωρία αλλά στην πράξη. Δεν πρέπει να είναι όπως στην Ιακώβου 2/β/15-16:
Ιακώβου 2/β/15-16
"Εάν δε αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι, και στερώνται της καθημερινής τροφής, και ειπή τις εξ υμών προς αυτούς, Υπάγεται εν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, και δεν δώσητε εις αυτούς τα αναγκαία του σώματος, τι το όφελος;"
Είναι τόσο εύκολο να αγαπάμε με λόγια, να ξέρουμε όλη την θεωρία σχετικά με την αγάπη. Να λέμε "Ο Θεός να σ’ ευλογεί". Όχι δεν είναι κακό. Αλλά θα πρέπει να συνοδεύεται από τις αναγκαίες πράξεις αν χρειαστεί. Όπως η προς Γαλάτας 5/ε/13 μας λέει οφείλουμε να ΥΠΗΡΕΤΟΥΜΕ ο ένας τον άλλον διά της αγάπης. Δεν πρέπει να είμαστε αδιάφοροι μεταξύ μας και να τρέχουμε μακριά όταν ένα άλλο μέρος του σώματος, ένας άλλος αδερφός μας χρειάζεται την βοήθεια μας.
Μετά απ’ όλα αυτά, μερικοί μπορεί πολύ σωστά να ρωτήσουν, πως μπορούμε να γνωρίζουμε ότι κάποιος χρειάζεται πραγματικά την βοήθεια μας, και πως μπορούμε να γνωρίζουμε αν κάποιος του οποίου τις ανάγκες δεν γνωρίζουμε ακριβώς ή και καθόλου, μας χρειάζεται; Η απάντηση είναι μέσω του πνεύματος που ο Θεός μας έδωσε. Ο Θεός έβαλε το πνεύμα Του μέσα μας, έτσι ώστε να μπορεί να μας πει τι να κάνουμε, πότε να το κάνουμε, πως να το κάνουμε, αν φυσικά χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Όπως η προς Φιλιππησίους 2/β/13 μας λέει:
Προς Φιλιππησίους 2/β/13
"διότι ο Θεός είναι ο ενεργών εν υμίν και το θέλειν και το ενεργείν, κατά την ευδοκίαν αυτού."
Ο Θεός έβαλε το πνεύμα Του μέσα μας και δουλεύει μέσω αυτού. Θα πρέπει επομένως να ακολουθούμε τις παρακινήσεις του πνεύματος και να του επιτρέπουμε να δουλέψει μέσα μας. Αγάπη δεν σημαίνει κάνω οτιδήποτε μου έρθει στο κεφάλι μου επειδή μπορεί να το θεωρώ ωφέλιμο. Αυτό που αγάπη σημαίνει είναι ότι είμαι έτοιμος, διαθέσιμος, να κάνω οτιδήποτε το πνεύμα του Θεού μέσα μου με ωθεί να κάνω, για τον οποιοδήποτε με ωθεί. Για παράδειγμα δεν δίνω χρήματα στον οποιοδήποτε πέσει μπροστά μου και μου ζητάει γιατί μπορεί να μην έχει πραγματική ανάγκη. Αντ’ αυτού δίνω σ’ εκείνον ή για εκείνον τον σκοπό που ο Θεός με παρακινεί να δώσω. Ο Θεός γνωρίζει ποιος έχει γνήσια ανάγκη και ποιος όχι. Γνωρίζει ποιος χρειάζεται υποστήριξη και ποιος όχι. Γνωρίζει πως να χρησιμοποιήσει την αγάπη μας με τον καλύτερο τρόπο για τους αγαθούς σκοπούς Του.
5. Αγάπη: πρέπει να είναι ειλικρινής
Αν και από το προηγούμενο μέρος και γενικά από την συζήτηση που έχει γίνει μέχρι τώρα, θα πρέπει να είναι ήδη καθαρό ότι η αγάπη δεν μπορεί παρά να είναι ειλικρινής, βασισμένη σε ένα γνήσιο ενδιαφέρον για τα άλλα μέρη του σώματος του Χριστού, ας πάμε στην προς Ρωμαίους 12/ιβ/9 για να το δούμε καλύτερα. Εκεί διαβάζουμε:
Προς Ρωμαίους 12/ιβ/9
"Η αγάπη ας ήναι ανυπόκριτος"
Ανυπόκριτος σημαίνει χωρίς υποκρισία. Υποκρισία με την σειρά της είναι η πράξη της προσποίησης. Όταν υποκρίνομαι προσποιούμαι ότι έχω ένα προσόν το οποίο δεν έχω ή ότι είμαι κάτι το οποίο δεν είμαι. Έτσι για παράδειγμα η προς Κορινθίους Β 11/ια/13-15 μας λέει ότι ο Σατανάς "ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΖΕΤΑΙ εις άγγελον φωτός", ενώ οι υπηρέτες του "ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΙ σε υπηρέτες δικαιοσύνης". Αυτός ο μετασχηματισμός του Σατανά και των υπηρετών του σε κάτι που δεν είναι πραγματικά ονομάζεται υποκρισία.
Επιστρέφοντας τώρα στη προς Ρωμαίους 12/ιβ/9 αυτό που μας ζητάει είναι να μην προσποιούμαστε ότι αγαπάμε, έχοντας πιθανόν στο μυαλό κάποιον άλλον στόχο, άλλα να αγαπάμε με ειλικρίνεια. Μόνο η ειλικρινής αγάπη είναι πραγματική αγάπη. Το ίδιο επίσης λέγεται στην Πέτρου Α 1/α/22:
Πέτρου Α 1/α/22
"Καθαρίσαντες λοιπόν τας ψυχάς σας με την υπακοήν της αλήθειας διά του πνεύματος, προς φιλαδελφίαν ανυπόκριτον, αγαπήσατε ενθέρμως αλλήλους εκ καθαράς καρδίας"
Η αγάπη μας θα πρέπει να έρχεται από μια καθαρή καρδιά, να είναι ειλικρινής και αληθινή. Να μην είναι με λόγια αλλά με έργα. Να μην είναι χλιαρή αλλά ένθερμη.
Μακάρι λοιπόν να αυξηθούμε στη μεταξύ μας αγάπη και στην κατανόηση ότι ανήκουμε όλοι μας στο ίδιο σώμα, το σώμα του Χριστού, και στην ίδια οικογένεια, την οικογένεια του Θεού, και είμαστε αδέρφια ο ένας με τον άλλον. Μακάρι να βάλουμε πάνω από κάθε τι την αγάπη "η οποία είναι σύνδεσμος της τελειότητας" (προς Κολοσσαείς 3/γ/14). Μακάρι, να παραβλέψουμε τις αδυναμίες που όλοι μας έχουμε και να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλον μέσα από καθαρή καρδιά, ειλικρινά και χωρίς υποκρισία.
το παρον ειναι αναδημοσιευση του Τασου Κιουλάχογλου
http://www.jba.gr/gr/Articles/jbajune97.htm