Σαν σήμερα 13 Δεκεμβρίου του 1924:
Την ημέρα αυτή έφτασε από το λιμάνι των Μουδιανών(Μαρμαράς),στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης ,το βρετανικό φορτηγό πλοίο "Ζαν",που στα αμπάρια του μετέφερε ένα ΤΡΑΓΙΚΟ και ΠΕΝΘΙΜΟ ΦΟΡΤΙΟ.
Ενα φορτίο που υπογράμμιζε ακόμη περισσότερο την ΑΠΑΝΘΡΩΠΙΑ των ΦΟΝΙΑΔΩΝ ΤΟΥΡΚΟΚΕΜΑΛΙΚΩΝ,που δεν αρκέστηκαν μόνο να εξοντώσουν και εξαφανίσουν το μεγαλύτερο τμήμα του Ελληνισμού του Πόντου και της Μικράς Ασίας,αλλά κερδοσκόπησαν με τα λείψανα του.ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΟΥΣ ΤΟΝΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΜΕΤΕΦΕΡΕ ΤΟ ΦΟΡΤΗΓΟ ΠΛΟΙΟ,με προορισμό τις γαλλικές βιομηχανίες της(αρχαίας ελληνικής αποικίας )Μασσαλίας.
Έτσι οι Γάλλοι που υποστήριξαν με κάθε τρόπο τον Κεμάλ και πρόδωσαν θρασύτατα την Ελλάδα,αφού την χρησιμοποίησαν όταν χρειάστηκε,αγόρασαν τώρα και τα οστά των θυμάτων τους,για "βιομηχανική χρήση".Οι εργάτες του λιμένα Θεσσαλονίκης ,όταν έμαθαν για το περιεχόμενο του φορτίου,προσπάθησαν να εμποδίσουν τον απόπλου του καραβιού,αλλά με την παρέμβαση του Άγγλου προξένου ,τελικά απέπλευσε.
Η Γαλλία και η Ιταλία οι οποίες θεωρούσαν την Συνθήκη των Σεβρών ως διπλωματική νίκη των Άγγλων ,όχι μόνο αρνήθηκαν να την υπογράψουν ,αλλά ήλθαν και σε συνεννόηση με τον Κεμάλ και του άφησαν φεύγοντας από την Μικρά Ασία πολεμικό υλικό,παρόλο που γνώριζαν ότι αυτό θα χρησιμοποιούνταν εναντίον των Ελλήνων.
Η αφήγηση ενός αιχμαλώτου των Τούρκων
«Ενα πρωί μάς παίρνουν καμιά εξηνταριά σκλάβους για μικρή αγγαρειά. Είναι λίγο όξω απ’ τη Μαγνησά. Δίπλα στις ράγες του σιδηρόδρομου τελειώνει μια μεγάλη χαράδρα, ανάμεσα στο Σίπυλο. Τη λέν «Κηρτίκ-ντερέ». Μες σ’ αυτήν τη χαράδρα λογαριάζαν πως θα σκοτωθήκαν ίσαμε σαράντα χιλιάδες χριστιανοί απ’ τη Σμύρνη και τη Μαγνησά, αρσενικοί και θηλυκοί.
Τις πρώτες μέρες της καταστροφής. Τα κορμιά λιώσανε το χειμώνα, και το νερό της χαράδρας που κατέβαινε από ψηλά έσπρωξε τα κουφάρια προς τα κάτω… Λοιπόν η δουλειά όλη τη μέρα ήταν να σπρώξουμε τα κουφάρια, που ατάχτησαν, προς τη μέσα. Να μη φαίνουνται.
Στην αρχή μάς έκανε κακό να τα πιάνουμε με τα χέρια μας, αγκαλιές αγκαλιές, και να τα κουβαλούμε. Μα σε λίγες ώρες οι πρώτες εντυπώσεις είχαν περάσει. Οι σκλάβοι κάναν και αστεία… Σε κάμποσα καλάμια χεριών, βρίσκαμε διατηρημένο ένα ψιλό σύρμα. Ο χριστιανός θα ‘ταν δέμενος με κάποιον άλλο – μα, με το κατρακύλισμα στη χαράδρα, αυτός ο σύντροφος σκελετός είχε ξεκόψει. Ενας από μας στάθηκε τυχερός. Βρήκε τέσσερα κόκαλα χεριών δεμένα μαζί μαζί. Ετσι μαζί μαζί τα σήκωσε και τα κουβάλησε παραμέσα.
Μεσημέρι. Βαρεμένοι απ’ αυτό το πάνε-έλα. Περπατούμε αργά, ναρκωμένοι από τον φρέσκο ήλιο. Κ’ οι κουβέντες, τ’ άγαρμπα αστεία έχουν σταματήσει. Κανένας δε βγάζει μιλιά. Μοναχά όταν ένας βρήκε ένα μικρό κρανίο το έδειξε στους αλλουνούς.
- Για δέστε, είπε. Ηταν παιδάκι.
- Αλλάχ!… Αλλάχ!... μουρμουρίζει ταραγμένος ο μαφαζάς.
Καθίσαμε να φάμε ψωμί. Κανείς δεν έχει όρεξη. Ενας λέει:
- Πόσω χρονώ να ‘ταν;
- Για το παιδάκι λες;
- Ναι.
- Τι θα ‘ταν; Κάνα-δυο χρονώ….
Σαν πέσαμε στο δρόμο να γυρίσουμε στο στρατόπεδο ο νους μας δεν μπορούσε να φύγη απ’ τον τόπο που αφήσαμε. Η χαράδρα με τους σκελετούς βάραινε κυριαρχικά -κάτι κουνιόταν, μας παρακολουθούσε βήμα με βήμα.
Σε μια πηγή σταθήκαμε. Πλύναμε τα χέρια μας, τα πρόσωπά μας. Σα ν’ αλαφρώσαμε.
- Τι θα γίνουν τόσα κόκαλα; Αναρωτιέται μια στιγμή ένας.
Ο Μίλτος τον κοιτάζει ήρεμα.
- Δεν ξέρεις τι γίνεται με τα κόκαλα;
- Οχι.
- Κοπριά, σύντροφε.
- Τι έκανε, λέει;
- Κοπριά, σύντροφε. Θα δεις μια μέρα που θα μοσκοπουληθούν. Θα δης…
Ηταν ταξιδεμένος ο Μίλτος. Ηξερε».
* ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ*
Από το βιβλίο του «Το νούμερο 31328. Το βιβλίο της σκλαβιάς», εκδ. Εστία, Αθήνα, 1931, σελ. 217-218.
«…400 τόνους οστών Ελλήνων, από τα Μουδανιά εις την Μασσαλίαν, προς βιομηχανοποίησιν…»
Τις ημέρες του 1922 γραφόταν δύο από τις τελευταίες πράξεις της Γενοκτονίας εναντίον των Ελλήνων της Θράκης, της Μικράς Ασίας, του Πόντου. Μία ήταν καταστροφή της Σμύρνης και η άλλη η ανακωχή των Μουδανιών, με την οποία ο Ελληνισμός υποχρεώθηκε σε φυγή και από τη Θράκη.
Από τον όμορφο αυτό λιμένα όμως της Θρακικής ενδοχώρας, δεκαπέντε μήνες αργότερα θα διαδραματιζόταν η τελευταία και πιο φρικιαστική πράξη του Ελληνικού Ολοκαυτώματος. Μπορεί οι Νεότουρκοι, Τζεμάλ, Ενβέρ και Ταλαάτ πασά και ο Μουσταφά Κεμάλ, να δολοφόνησαν 1.000.000 Έλληνες και Ελληνίδες, αλλά φρόντισαν να τα εξαφανίσουν τα ίχνη τους, με ένα τρόπο που αφού δεν τιμωρήθηκε. επαναλήφθηκε από τον πιστό τους μαθητή Χίτλερ, λίγα χρόνια αργότερα.
Ο Χ. Αγγελομάτης στο βιβλίο του «Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας» (Αθήνα 1924) αναφέρεται στο μέγεθος του εγκλήματος, τους θύτες και τους συνεργάτες τους: «Οι παλαιότεροι θα ενθυμούνται την δημοσιευθείσαν είδησιν εις τα αθηναϊκάς εφημερίδας, μίαν ημέρα του Φεβρουαρίου του 1924. Το προσεγγίσαν εις την Θεσσαλονίκην αγγλικόν πλοίον “Ζαν”, μετέφερε 400 τόννους οστών Ελλήνων, από τα Μουδανιά της Μικράς Ασίας εις την Μασσαλίαν, προς βιομηχανοποίησιν. Οι εργάται του λιμένος Θεσσαλονίκης, πληροφορηθέντες το γεγονός, εμπόδισαν το πλοίον να αποπλεύσει, επενέβη όμως ο Άγγλος πρόξενος και επετράπη ο απόπλους» .
Έτσι όπως αναφέρει ο διευθυντής του Μουσείο της Γενοκτονίας στο Ερεβάν, Χαΐκ Ντεμογιάν, στην ομιλία του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων (Αθήνα, Μάιος 2014) “η τουρκική πολιτική της γενοκτονίας, κατά των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων, αφού παρέμεινε ατιμώρητη, έχει γεννήσει νέο κακό για την ανθρωπότητα. Η ατιμωρησία και η απροκάλυπτη εύνοια εκ μέρους των παγκόσμιων μεγάλων δυνάμεων προς ένα κράτος-διάδοχο και συνεχιστή της οθωμανικής παράδοσης, δημιούργησαν το γόνιμο έδαφος ώστε να φυτρώσουν σε αυτό νέα σχέδια για τη διάπραξη γενοκτονίας. Η ατιμωρησία και ως επακόλουθο η επιθετική συμπεριφορά του τουρκικού κράτους, οδήγησαν σε νέα εγκλήματα”.
Μπροστά στο έγκλημα κανείς δεν έχει δικαιώμα να σιωπήσει, πόσο μάλλον να το αρνείται. Μπροστά στην σύληση των οστών των δικών μας ανθρώπων, από εκεί απ΄ όπου είναι βγαλμένη η ελευθερία των Ελλήνων, όπως γράφει ο Διονύσιος Σολωμός “εμείς οι απόγονοι αυτών που βίωσαν τη φρίκη της Γενοκτονίας των Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων, όπως λέει ο Αρμένιος συναγωνιστής Χ. Ντεμογιάν, “δεν έχουμε το δικαίωμα να σιωπούμε και να ανεχόμαστε την εγκληματική άρνηση των διαπραχθέντων φρικαλεοτήτων και των συνέπειών τους. Το ηθικό χρέος της νέας γενιάς των Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων δεν είναι μόνο να τιμά και να θυμάται, αλλά από κοινού, χέρι-χέρι, να συνεχίζει τον αγώνα για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης.
Πρέπει να πιστεύουμε και να είμαστε σίγουροι ότι η δικαιοσύνη θα επικρατήσει, αν είμαστε μαζί στον αγώνα μας και αν είμαστε γεμάτοι πίστη στην επιτυχή κατάληξή του. Η Πατρίδα των προγόνων μας – είναι και δική μας Πατρίδα, ανεξάρτητα από το πού και πότε εμείς και οι απόγονοί μας θα ζήσουν. Ας μην ξεχνάμε λοιπόν τον πόνο, τους καημούς και τα ανεκπλήρωτα όνειρα των προγόνων μας και μαζί να σηκώσουμε το λάβαρο του αγώνα για να θριαμβεύσει το δίκαιο και η αλήθεια”.
Υ.Γ. Οι 400 τόνοι οστών που μετέφερε το πλοίο από τα Μουδανιά στη Μασσαλία, είναι πολλές χιλιάδες πρόγονοί μας. Πέρα από το σεβασμό,οφείλουμε και την αλήθεια σ΄ αυτούς για τη Γενοκτονία, αυτή που δυστυχώς πολλοί ψευτοπολιτικοί, ψευτοκαθηγητές και ψευτοδιανοούμενοι την αρνούνται και την τοποθετούν μέσα σε εισαγωγικά!
Πηγή: Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης
Μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών
πηγές:http://ellinoistorin.gr/
https://kars1918.wordpress.com/