" Πώς εγκατελείφθη η Ένωσις και συγχρόνως κατέστη ανέφικτος γνήσια ανεξαρτησία της Κύπρου. Δεκάτη Τρίτη Γεν. Συνέλευσις Ο.Η.Ε.
(απόσπασμα)
Ενώπιον της Πολιτικής Επιτροπής της 13ης Συνόδου της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών συνεζητήθη και πάλιν το Κυπριακόν από 25 Νοεμβρίουμέχρι 4 Δεκεμβρίου 1958 και ενώπιον της Ολομέλειας της Γεν. Συνελεύσεως την 5ηνΔεκεμβρίου 1958. Προηγουμένως, όμως, όλως απροόπτως διεπράχθη υπό του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ένα σοβαρώτατον λάθος επί του Κυπριακού, το οποίον δυστυχώς υπήρξεν μοιραίον δια την περαιτέρω εξέλιξιν του εθνικού μας ζητήματος.
Τα του σοβαροτάτου τούτου λάθους έκαμα ήδη γνωστά, δοθείσης ευκαιρίας και ζώντος του Μακαρίου, δια την Κυπριακής Εφημιρίδος «ΠΑΤΡΙΣ» της 21Ης Σεπτεμβρίου 1972. Το σχετικόν δημοσίευμά μου υπό τον τίτλον: «Πώς εγκατελείφθη η Ένωσις και συγχρόνως κατέστη ανέφικτος γνήσια ανεξαρτησία της Κύπρου» έχει ως ακολούθως:
«Εις την «ΠΑΤΡΙΔΑ» της 28ης Αυγούστου 1972 ανέγνωσα παρατηρήσεις επί της γνωστής δηλώσεως του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου προς την Μπάρμπαρα Κάσλ κατά Σεπτέμβριον 1958, δια της οποίας εγκαταλείπετο η γραμμή Ενώσεως χάριν ανεξαρτησίας της Κύπρου και επί του ρόλου τον οποίον έπαιξαν εις τούτο «Αμερικανικοί κύκλοι».
Επειδή έχω προσωπικώς γνώσιν σχετικής εξελίξεως των πραγμάτων, θεωρώ καθήκον μου έναντι της Ιστορίας της Κύπρου, αλλά και χάριν της αληθείας, να αναφέρω εν συντομία τα ακόλουθα:
Ως γνωστόν κατά Σεπτέμβριον εκάστου έτους αρχίζουν αι εργασίαι της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, συνεχιζόμεναι επί τετράμηνον περίπου. Είχα την ευκαιρίαν κατ’ αρχάς εκ μέρους της Εθναρχίας Κύπρου και αργότερον ως μέλος της επισήμου Ελληνικής Αντιπροσωπείας, να παρακολουθήσω τας εργασίας των Γεν. Συνελεύσεων από του 1950 μέχρι του 1959 σχεδόν κάθε χρόνον. Κατά Σεπτέμβριον 1958 την προτεραίαν της δια Ν. Υόρκην αναχωρήσεώς μου, επεσκέφθην τον τότε εν Αθήναις Πρέσβην των Η.Π.Α. κ. Ρίντελμπέργκερ δια να τον αποχαιρετήσω και συγχρόνως δια να βολιδοσκοπήσω, αν η κατ’ αρχάς αρνητική και αργότερον μάλλον ουδετέρα στάσις της χώρας του έναντι του θέματος αυτοδιαθέσεως της Κύπρου, υπήρχε πιθανότης να εξελιχθή εις θετικήν. Πράγματι δε διηρμήνευσα το αίσθημα δυσφορίας, όχι μόνον κάθε Έλληνος της Κύπρου και της Ελλάδος, αλλά και κάθε πολιτισμένου ανθρώπου, που προσβλέπει εις την Αμερικήν ως τον κύριον εγγυητήν και θεματοφύλακα των θεμελιωδών αρχών της ελευθερίας και αυτοδιαθέσεως των λαών, να εμφανίζη ανακολουθίαν χάριν πολιτικής σκοπιμότητος. Αφού επί ώραν συνεζητήσαμεν το Κυπριακόν, ο Αμερικανός Πρέσβης με αιφνιδίασε δια της εξής ερωτήσεως: «Θ α η δ ύ ν α τ ο ο Α ρ χ ι ε π ί σ κ ο π ο ς ν α π α ρ α ι τ η θ ή τ η ς Ε ν ώ σ ε ω ς, ώ σ τ ε ν α π ρ ο σ ε π ά θ ο υ ν α ι Η ν ω μ έ ν α ι Π ο λ ι τ ε ί α ι ν α π ρ ο ω θ ή σ ο υ ν λ ύ σ ι ν α ν ε ξ α ρ τ η σ ί α ς;».
Απήντησα: «Θ α μ ε τ α φ έ ρ ω ε κ κ α θ ή κ ο ν τ ο ς τ ο ε ρ ώ τ η μ ά σ α ς ε ι ς τ ο ν Α ρ χ ιε π ί σ κ ο π ο ν, κ α ί τ ο ι, ω ς ν ο μ ί ζ ω, ζ η τ ε ί τ ε κ ά τ ι τ ο α δ ύ ν α τ ο ν, κ α θ’ ό σ ο ν έ ν α ν τ ι τ ο υ Κ υ π ρ ι α κ ο ύ κ α ι γ ε ν ι κ ώ ς τ ο υ Ε λ λ η ν ι κ ο ύ λ α ο ύ δ ε ν θ α α π ε τ ό λ μ α τ ο ι ο ύ τ ο ν τι».
Κατέστησα αμέσως γνωστά τα ανωτέρω εις τον Αρχιεπίσκοπον, ο οποίοςαπέφυγε να εκφέρη οιανδήποτε κρίσιν, και ούτω έμεινα με την εντύπωσιν ότι δεν επεθύμει να δεχθή συζήτησιν επί τοιαύτης προτάσεως. Ανεχώρησα εις Ν. Υόρκην, όπου μετά πάροδον ημερών τινων, επληροφορούμην ότι ο Μ α κ α ρ ι ώ τ α τ ο ς π ρ ο έ β η ε ι ς δ ή λ ω σ ι ν π ρ ο ς τ η ν π ο λ ι τ ι κ ό ν κ α ι δ η μ ο σ ι ο γ ρ ά φ ο ν Καν Μ π ά ρ μ π α ρ α Κ ά σ λ, ό τ ι η Κ ύ π ρ ο ς π α ρ α ι τ ε ί τ α ι τ η ς Ε ν ώ σ ε ω ς κ α ι α ρ κ ε ί τ α ι ε ι ς Α ν ε ξ α ρ τ η σ ί α ν.Επίσης επληροφούμην ότι η Ελ. Κυβέρνησις εξεπλάγη και δυσηρεστήθη, διότι αφ’ ενός επί ενός τόσο σοβαρού θέματος δεν προηγήθη συνεννόησις μετ’ αυτής, αφ’ ετέρου δε εν πάση περιπτώση εχάθη ένα τεραστίας σημασίας ατού διαπραγματεύσεων.
Όταν μετά πάροδον μηνός έφθασεν εις Ν. Υόρκην ο Αρχιεπίσκοπος, είχα αμέσως μετ’ αυτού συνάντησιν και ετόνισα την σοβαρότητα του λάθους, που διεπράχθη:
«Όταν σας ανέφερα, Μακαριώτατε, το τεθέν υπό του Αμερικανού Πρέσβεως ερώτημα, εάν μου ελέγατε ότι δεν βλέπετε σήμερον άλλην λύσιν πλην της ανεξαρτησίας, θα σας απήντων: Προσωπικώς διαφωνώ, Μακαριώτατε, διότι ως γνωρίζετε ήμην πάντοτε και θα μένω αδιάλλακτος εις το αίτημα της Ενώσεως. Ως πολιτικός σας σύμβουλος όμως, θα προσέθετα: Αφού απεφασίσατε να στραφήτε προς λύσιν ανεξαρτησίας, μη πήτε προς το παρόν τέτοιο πράγμα, ούτε εις τον εαυτόν σας. Αφήστε να είπω εις τον Αμερικανόν Πρέσβυν ότι απλώς σας έκαμεν εντύπωσιν το ερώτημά του, ότι σας ζητείται κάτι το αδύνατον, αλλ΄ ας βολιδοσκοπήσουν αι Ηνωμέναι Πολιτείαι προηγουμένως τους Άγγλους και του Τούρκους αν δέχωνται προς το παρόν ανεξάρτητον Κύπρον, ότε θα σκεφθήτε και σεις, αφού συζητήσετε σοβαρώς το θέμα και με άλλους υπευθύνους παράγοντας της Ελλάδος και της Κύπρου, δια να δώσετε οριστικήν απάντησιν. Βεβαίως και ο Αμερικανός Πρέσβυς ηννόει πραγματικήν ανεξαρτησίαν και οι αντίπαλοι μη πιστεύοντες ότι ήτο δυνατόν επισήμως να αποκηρυχθή η Ένωσις, θα είχαν υπ’ όψιν καθεστώς γνήσιας ανεξαρτησίας, ενώ τώρα ο στόχος των θα είναι κάτι χειρότερον δια την Ελληνικήν πλευράν».
Ο Αρχιεπίσκοπος α ν ε γ ν ώ ρ ι σ ε το λάθος και δια τούτο εις δημοσιευθείσαν την επομένην συνέντευξίν του προς Συντάκτην των «Νιου Γιορκ Τάιμς» προσεπάθησε να ερμηνεύση, την περί εγκαταλείψεως της Ενώσεως δήλωσιν, ως μη έχουσαν δεσμευτικήν ισχύν και δια το απώτερον μέλλον της Κύπρου. Εξ άλλου, ως προς την λύσιν ανεξαρτησίας εξέφρασε την γνώμην, ότι δεν θα συναντήση δυσκολίας, διότι είχεν ήδη, ως είπε κατά την ρυθείσαν συνέντευξιν, υπόσχεσιν του Στέητ Ντηπάρτμεντ περί υποστηρίξεως.
Το Στέητ Ντηπάρτμεντ όμως προέβη εις διάψευσιν, ότι έδωσεν οιανδήποτε υπόσχεσιν εις τον Μακαριώτατον. Ορθώς δε, ως παρετήρησα εις τον Αρχιεπίσκοπον, εγένετο η διάψευσις αύτη, διότι εφ’ όσον εις το ερώτημα του Πρεσβευτού κ. Ρίντελμπέργκερ, που ίσως να αποτελεί και απλήν βολιδοσκόπησιν εκ μέρους του, δεν εδόθη καμμία απάντησις, δεν επετρέπετο προβολή δημοσίως ισχυρισμού, ότι υφίστατο υπόσχεσις εκ μέρους του Στέητ Ντηπάρτμεντ.
Η ενώπιον της 13ης Συνόδου της Γενικής Συνελεύσεως συζήτησις του Κυπριακού, καίτοι τυπικώς διεξήχθη επί της ιδίας ως και προηγουμένως βάσεως, εν τούτοις κατ’ ουσίαν είχεν επηρεασθή από την ανωτέρω αλλαγή γραμμής υπό του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και δια τούτο δεν διέκρινεν αυτήν η ζωτικότης υπέρ της Αυτοδιαθέσεως που δια κάθε Έλληνα εσήμαινε υπέρ της Ενώσεως.
( … )
Πώς συνήφθησαν αι Συμφωνίαι Ζυρίχης – Λονδίνου
( … )
Ίσως να αποτελή δια την σύγχρονον Ιστορίαν της Κύπρου και της εξελίξεως του εθνικού της ζητήματος, το σοβαρότερον θέμα, το πώς συνήφθησαν αι συμφωνίαι Ζυρίχης – Λονδίνου, αι οποίαι έθαψαν το ιερώτερον ιδανικόν των Κυπρίων και απετέλεσαν, πιστεύομεν, άλλην Κερκόπορταν προς άλωσιν της Κύπρου υπό των Τούρκων.
( … ) Ούτω αναφέρομαι πρώτον εις δημοσίευμά μου εις την Αθηναϊκήν εφημερίδα «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ» της 7ηςΜαρτίου 1973, που υπό τον τίτλον «ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΤΑΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΖΥΡΙΧΗΣ – ΛΟΝΔΙΝΟΥ» έχει ως ακολούθως:
Αι δημοσιευθείσαι εις την «Ακρόπολιν» επιστολαί του τ. Υπουργού Εξωτερικών κ. Αβέρωφ και του Παγκυπρίου Συνδέσμου Αγωνιστών, γύρω από τας Συμφωνίας Ζυρίχης – Λονδίνου, γεννούν υποχρέωσιν και εις εμέ, που έζησα από κοντά όλην την εξέλιξιν του Κυπριακού, να κάμω ωρισμένας παρατηρήσεις και να θέσω μερικά ερωτήματα.
Κατ’ αρχήν, μικράν, νομίζω, έχει σημασίαν μέχρι ποίου βαθμού ενημερώνετο ο Διγενής υπό του κ. Αβέρωφ, κατά πόσον ο πρώτος ενέκρινεν εκ των υστέρων τας συμφωνίας Ζυρίχης – Λονδίνου και ποίος επέλεξε του Κυπρίους που συνώδευσαν τον Αρχιεπίσκοπον εις Λονδίνον δια την υπογραφήν των. Θεμελιώδη σημασίαν έχει δια την ελληνικήν κοινήν γνώμην και κυρίως δια την αλήθειαν και την Ιστορίαν, το πώς και γιατί συνήφθησαν τοιαύται Συμφωνίαι εν κρυπτώ και μάλιστα εντός μόλις 45 ημερών, ενώ αργότερον δια τας αγγλικάς εν Κύπρω βάσεις διεξήγοντο επί έτος συζητήσεις και τώρα επί πολλά έτη συνεχίζονται ενδοκυπριακαί συνομιλίαι δια συνταγματικάς λεπτομερείας.
Πιστεύομεν, ότι είναι καιρός ωρισμένα τουλάχιστον πράγματα σχετικώς με τας συμφωνίας αυτάς να γίνουν γνωστά, διότι παρερχομένου του χρόνου κακόν μάλλον προξενεί η σιωπή.
Παρήλθον ήδη 14 έτη, ο δε λόγος σιωπής, ότι το Κυπριακόν είναι ακόμη εκκρεμές δεν ευσταθεί, διότι κατέστη πλέον φανερόν ότι το Κυπριακόν θα υφίσταται επί μακρόν ακόμη, μέχρις ότου φθάση εις την μόνην ορθήν και δικαίαν λύσιν του, από την οποίαν απεμάκρυναν αυτό αι ρηθείσαι Συμφωνίαι.
Θα ενθυμίσω λοιπόν εις τον φίλον κ. Αβέρωφ πως μίαν ημέραν του Δεκεμβρίου 1958, όταν εδίδαμεν την τελευταίαν μάχην δια το Κυπριακόν εις τα Ηνωμένα Έθνη, ευρισκόμενος εν εξάψει, λόγω οξείας συζητήσεως που είχεν εις την αίθουσαν συνεδριάσεων, μου είπε παρουσία του κ. Ξανθόπουλου – Παλαμά, ότι δεν θα ξανάλθωμεν εις τα Ηνωμένα Έθνη, διότι δεν μπορούμε να τα βγάλωμε πέρα εναντίον Άγγλων και Τούρκων και ότι πρέπει να τα φτιάξωμε με τον ένα από τους δύο. Ασυζητητί, απήντησα, να τα φτιάξωμε με τους Άγγλους, διότι με την πρόοδον καταρεύσεως της αποικιοκρατίας δεν θα καθήσουν εις την νήσον περισσότερον από δύο ή τρία χρόνια. Όχι, προσέθεσεν ο κ. Αβέρωφ, η Ελληνική Κυβέρνησις συμφωνούντος και του Μακαρίου, θα προσπαθήση να τα φτιάξωμεν με τους Τούρκους, ώστε συγχρόνως να λύσωμεν όλας τας διαφοράς που έχομεν με αυτούς και να μην μας χωρίζη τίποτε πλέον.
Τας ανησυχίας μου δια την ανεδαφικήν, ως έκρινα, στροφήν αυτήν ανέφερα και εις τον Αρχιεπίσκοπον, ευρισκόμενον επίσης εις Ν. Υόρκη, όστις με καθησύχασε λέγων, ότι δεν γίνονται τέτοια πράγματα. Σημειωθήτω ότι ο Αρχιεπίσκοπος, με τον οποίον είχα καθημερινήν συνεργασίαν, τα ίδια επανελάμβανε μέχρι της ημέρας που έγινε γνωστή η σύναψις των Συμφωνιών εις Ζυρίχην.
Έτσι γεννώνται αυτομάτως τα ερωτήματα: α) Διατί δεν επεχειρήθη σύναψις μιας εκεχειρίας με τους Άγγλους δια να κερδίσωμεν χρόνον; β) Διατί αι συζητήσεις αι αφορώσαι εις αυτό τούτο το μέλλον της Ελληνικής Μεγαλονήσου έκλεισαν εντός βραχυτάτου χρονικού διαστήματος, ενώ ως εκ της φύσεώς των, θα ήτο δυνατόν να παραταθούν, αφού μάλιστα η κατάργησις της αποικιοκρατίας ήτο πλέον εν’ όψει και εφαρμογή της αρχής της αυτοδιαθέσεως εκέρδιζε διαρκώς έδαφος; γ) Τι συνέβη ώστε η ελληνική πλευρά να φθάση μέχρι του σημείου να απεμπολήση το ιερόν εθνικόν αίτημα της Ενώσεως; δ) Διατί η ελληνική πλευρά εδέχθη να επανέλθη τουρκική στρατιωτική δύναμις εις την Κύπρον και πώς ανεγνώρισε δικαίωμα εις την Τουρκίαν να επεμβαίνη εις την Κύπρον, ακόμη και μόνη; ε) Διατί όταν μετά την υπογραφήν των Συμφωνιών, αλλά προτης εγκαθιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνελήφθη το τουρκικόν πλοιάριον «Ντενίζ» έμφορτον πολεμικού υλικού δια τους Τουρκοκυπρίους, δεν κατηγγέλθησαν αι Συμφωνίαι, αι οποίαι παρεβιάζοντο προτού ακόμη τεθούν σε εφαρμογήν;
Βέβαια δεν είναι δυνατόν να προβάλλωνται αορίστως δικαιολογίαι, ως «αδήριτος ανάγκη», «έξωθεν πιέσεις», «απειλή Άγγλων δια διχοτόμησιν της νήσου». Πρέπει να εξηγηθή ποία υπήρξεν η αδήριτος ανάγκη, υπό τίνος και τι είδους πιέσεις ησκήθησαν. Όσον αφορά εις ενδεχομένην απειλήν των Άγγλων δια διχοτόμησιν ο κ. Αβέρωφ γνωρίζει ότι την τύχην της Κύπρου, ως μη αυτοκυβερνωμένου εδάφους τότε, δεν ηδύνατο να καθορίση μόνη η Αγλλία χωρίς την έγκρισιν των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με τον Καταστατικόν Χάρτην. Είναι δε γνωστόν πόσην απέχθειαν επεδείκνυαν τα Ηνωμένα Έθνη εις πάσαν ιδέαν διχοτομήσεως εδαφών, οπουδήποτε του κόσμου. Εξ άλλου, όταν ολίγον αργότερα, την 14.12.1960, τα Ηνωμένα Έθνη, δια της υπ. Αριθμ. 1514 αποφάσεως της Γεν. Συνελεύσεως, εψήφιζαν επιτάχυνσιν και άνευ περιορισμών κατάργησιν της αποικιοκρατίας, η Αγγλία όχι μόνον δεν αντέδρασεν, αλλ’ εδέχθη να μετάσχη και της πρώτης 17μελούς Επιτροπής, η οποία περιερχομένη όλας τας διατηρουμένας τότε αποικίας, υπέβαλλεν εκθέσεις δι’ εκάστην, περί του χρόνου καθ’ ον θα ηδύνατο να ασκηθή το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως.
Ομολογώ ότι ούτε ο Αρχιεπίσκοπος μου ανέφερε, ούτε ο ίδιος αντελήφθην οτιδήποτε, που να εδικαιολόγει την σπουδήν δια την σύναψιν των Συμφωνιών και το ανήκουστονπεριεχόμενόν των. Τουναντίον, π α ρ έ σ τ η ν μ ά ρ τ υ ς τ η ς ε ξ ή ς α λ η σ μ ο ν ή τ ο υ σ κ η ν ή ς : Όταν αμέσως μόλις έγινεν γνωστόντο περιεχόμενον των Συμφωνιών μετέβην εις το Ξενοδοχείον Μεγ. Βρεταννία προς συνάντησιν του Αρχιεπισκόπου δια να δηλώσω ότι διαφωνών διακόπτω πάσαν συνεργασίαν, κατέφθασεν, επισείων τηλεγράφημα, ο ανταποκριτής των «Τάιμς της Νέας Υόρκης» κ. Σ έ τ ζ γ ο υ ϊ κ, όστις κατ’ εντολήν της εφημερίδος του ήθελεν επιβεβαίωσιν, αν αι Συμφωνίαι περιέχουν παραίτησιν από την Ένωσιν και παροχήν εις την Τουρκίαν των τάδε και τάδε δικαιωμάτων. Ο Μακαριώτατος απήντησε καταφατικώς.
Ο κ. Σέτζγουϊκ υψώνων την φωνήν είπεν εις αυτόν μεταξύ άλλων ότι «διαπράττει την μεγαλυτέραν προδοσίαν του αιώνος».Και όμως ο Αρχιεπίσκοπος δεν εύρεν ούτε μίαν λέξιν δικαιολογίας της συνάψεως των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου. Απευθυνόμενος εγώ με καταφανή συγκίνησιν προς τον κ. Σέτζγουϊκ, εξέφρασα προς αυτόν ευχαριστίας και ευγνωμοσύνην, διότι αι παρατηρήσεις του ανταπεκρίνοντο και προς ιδικά μου αισθήματα, τα οποία, σεβόμενος την Αρχιερατικήν ιδιότητα του Μακαρίου δεν θα εξέφραζον με τόσην ωμότητα.
Έχει δίκαιον ο κ. Αβέρωφ ότι ο Αρχιεπίσκοπος επέλεξε τους Κυπρίους, που τον συνώδευσαν εις το Λονδίνον δια την υπογραφήν. Αρνούμενος δε να τον ακολουθήσω εις Λονδίνον, συνέστησα να μη καλέση κανένα εκ Κύπρου, λαμβάνων μόνος την ευθύνην, ώστε αργότερον αποτυγχανουσών, ως προέβλεπον, των Συμφωνιών, η Κύπρος να εγείρη και πάλιν ζήτημα αυτοδιαθέσεως. Σημειωθήτω μάλιστα ότι προέιπον εις τον Αρχιεπίσκοπον, ότι εις το μέλλον θα φυλακίζη και θα κτυπά τους Ενωτικούς Κυπρίους, των οποίων η ελληνική συνείδησις δεν θα συμβιβάζεται με το κράτος του.
Ο φίλος κ. Αβέρωφ θα προσφέρη υπηρεσίαν εις το Κυπριακόν, αν χύση ολίγον φως εις τα σκοτεινά παρασκήνια της συνάψεως των Συμφωνιών, ομολογών ότι αύται υπήρξαν σοβαρόλάθος. Εξ άλλου, δεν είναι ο περισσότερο ευθυνόμενος, ούτε ήτο ιδική του ιδέα η εγκατάλειψις της Ενώσεως, καθώς δεν ήτο εκείνοςπου εβιάζετο να ικανοποιήση προσωπικήν φιλοδοξίαν με το καθεστώς των Συμφωνιών. " ( … )
Πηγή: ΑΤΥΧΗ ΚΥΠΡΟΣ, ΠΩΣ ΕΖΗΣΑ ΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΗΜΟΥΣ ΤΗΣ 1910 – 1980, ΣΑΒΒΑ ΛΟΪΖΙΔΗ Δρος Δικαίου, τ. Εθναρχικού Συμβούλου Κύπρου και τ. Βουλευτού Αθηνών, Εκδόσεις Μπεργάδη, Αθήναι 1980, σ. 161-169.
Εδώ το βίντεο ντοκουμέντο απόδειξη της προδοσίας. (Στα αγγλικά)